Χωρίς εισοδηματικά κριτήρια το νέο Εξοικονομώ 2024
Το νέο πρόγραμμα Εξοικονομώ 2024 αναμένεται να κάνει την εμφάνιση του στον ψηφιακό χώρο το δεύτερο εξάμηνο του έτους, με ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο από τα προηγούμενα προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών.
Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει ήδη ξεκινήσει τις προετοιμασίες για το πρόγραμμα, με στόχο να δημιουργηθεί ένας οδηγός μετά το Πάσχα.
Χωρίς εισοδηματικά κριτήρια το νέο Εξοικονομώ 2024
Το νέο πρόγραμμα θα περιλαμβάνει την τοποθέτηση αντλιών θερμότητας ως κεντρικό στοιχείο, ενώ θα παρέχει τη δυνατότητα συμμετοχής χωρίς εισοδηματικά κριτήρια.
«Οι αντλίες θερμότητας είναι ακόμη πολύ ακριβές για ένα φτωχό νοικοκυριό, όση κι εάν είναι η επιδότηση», τονίζει παράγοντας του ΥΠΕΝ.
Για να υλοποιηθεί το πρόγραμμα, έχουν εξασφαλιστεί περίπου 700 εκατομμύρια ευρώ από το ΕΣΠΑ και 170 εκατομμύρια ευρώ από το REPowerEU.
Οι εργασίες ενεργειακής αναβάθμισης θα περιλαμβάνουν επίσης την τοποθέτηση μόνωσης και την αλλαγή κουφωμάτων, με στόχο τον περιορισμό των εκπομπών ρύπων.
Δυνατότητα σταδιακής αποπληρωμής
Με την εμπειρία του παρελθόντος, ειδικά κατά τη διάρκεια των χρόνων της ενεργειακής κρίσης και μετέπειτα, παρατηρήθηκε ότι πολλά νοικοκυριά με μέτρια ή χαμηλά εισοδήματα δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στα προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης των κατοικιών τους λόγω του υψηλού κόστους των πρώτων υλών.
Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας σχεδιάζει την εμπλοκή των Εταιρειών Ενεργειακών Υπηρεσιών (Energy Service Companies – ESCO) στο πρόγραμμα “Εξοικονομώ 2024”.
«Σχεδιάζουμε να συγκεντρώσουμε τη διαδικασία. Δηλαδή, σήμερα κάθε ιδιοκτήτης, με τον μηχανικό του, προχωρά μεμονωμένα τα έργα στο σπίτι του.
Αντ’ αυτού σκεπτόμαστε να προωθήσουμε την ιδέα, εταιρείες να αναλαμβάνουν να εκπροσωπούν καταναλωτές που θα υποβάλλουν αίτηση στην πλατφόρμα του νέου “Εξοικονομώ” και μέσω συμβολαίων να αμείβονται από την εξοικονόμηση στους λογαριασμούς» υπογραμμίζει το στέλεχος του ΥΠΕΝ.
Αυτό θα επιτρέψει τη διευκόλυνση των δικαιούχων του προγράμματος και την προσφορά χρηματοδότησης για τις εργασίες αναβάθμισης.
Μέσω αυτής της διαδικασίας, οι ESCO θα αναλαμβάνουν τη διαχείριση του κόστους των εργασιών αναβάθμισης. Η δαπάνη των παρεμβάσεων θα επιδοτείται εν μέρει από το πρόγραμμα, ενώ τα νοικοκυριά θα έχουν τη δυνατότητα να αποπληρώσουν σταδιακά το κόστος της επένδυσης μέσω μειωμένων λογαριασμών ρεύματος.
Κατ’ ουσίαν, οι ESCO θα εισπράττουν τη διαφορά μεταξύ των παλαιών και των νέων τιμολογίων μέχρι να εξοφληθεί η επένδυση από τις εξοικονομήσεις στα έξοδα ενέργειας.
Με αυτόν τον τρόπο, το πρόγραμμα δίνει τη δυνατότητα σε περισσότερα νοικοκυριά να επωφεληθούν από τις ενεργειακές αναβαθμίσεις, προωθώντας τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και συμβάλλοντας στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Νέοι Κανόνες στην ΕΕ και Επιβολή Κυρώσεων
Εντός της ΕΕ, εγκρίθηκαν νέοι κανόνες για την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, με στόχο τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την επίτευξη μηδενικών εκπομπών άνθρακα από νέα κτίρια έως το 2030.
Η αντίστοιχη προθεσμία για τα νέα κτίρια που στεγάζουν ή ανήκουν σε δημόσιες αρχές ορίζεται για το 2028.
Παράλληλα για τις κατοικίες, τα κράτη-μέλη οφείλουν να θεσπίσουν μέτρα για να μειώσουν τη μέση κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας κατά τουλάχιστον 16% έως το τέλος της δεκαετίας, και κατά τουλάχιστον 20% έως το 2035.
Επίσης, έως το 2030 θα πρέπει ανακαινιστεί το 16% των μη οικιστικών κτιρίων με τη χειρότερη ενεργειακή απόδοση, και έως το 2033 το 26%.
Ακόμη, τα νέα κτίρια θα πρέπει έως το 2030 να είναι εξοπλισμένα με τεχνολογίες συλλογής ηλιακής ενέργειας. Σταδιακά θα καταργηθούν έως το 2040 και οι λέβητες ορυκτών καυσίμων.
Στην Ελλάδα, προβλέπεται μέχρι το 2035 η αναβάθμιση των κατοικιών με χαμηλή ενεργειακή απόδοση κάτω της κατηγορίας Ε, με την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση που δεν τηρηθούν οι απαιτήσεις.
Αυτό αφορά 1.300.000 κατοικίες και σε περίπτωση που οι ιδιοκτήτες τους δεν υλοποιήσουν τα απαιτούμενα έργα, δεν θα μπορούν να τις νοικιάσουν, να τις πουλήσουν, ή να τις μεταβιβάσουν στα παιδιά τους.
«Με δεδομένο ότι μια μέση ενεργειακή αναβάθμιση 2 με 3 κλάσεις απαιτεί κατά μέσο όρο περίπου 25.000 ευρώ, απαιτούνται πάνω από 32 δισ. ευρώ μόνο για αυτά τα κτίρια.
Άλλα τόσα κονδύλια, ίσως και παραπάνω, απαιτούνται γιατί μετά το 2040 πρέπει να αλλάξουμε όλους τους καυστήρες αερίου και πετρελαίου σε αντλίες θερμότητας και μαζί θα αχρηστευθούν όλα τα δίκτυα που φτιάχνουμε τώρα και τα επιδοτούμε.
Δηλαδή απαιτούνται 70 δισ. ευρώ μόνο για κτίρια κατοικίας, όχι για τα κτίρια της βιομηχανίας, των επιχειρήσεων, του Δημοσίου. Ισως συνολικά θα απαιτηθούν και περισσότερα από 100 δισ. ευρώ» επισημαίνει στέλεχος του ΥΠΕΝ.